Τετάρτη 26 Αυγούστου 2015

Το μανιφέστο για την Οικουμενική Ελλάδα υπάρχει και αναζητά άξιους μπροστάρηδες να το θέσουν σε εφαρμογή

Θεωρώ Ιερό Χρέος να επαναφέρω με τις μικρές μου δυνάμεις, με μία ανάρτηση στο προσωπικό μου ιστολόγιο, ένα κείμενο, μια διακήρυξη που όταν γράφτηκε δεν βρήκε την απήχηση που έπρεπε και παραμένει απολύτως επίκαιρη αναζητώντας εκείνους που θα την ανασύρουν στην "πολιτική επιφάνεια", θα την κάνουν σημαία και θα συνενωθούν όλοι μαζί για να πραγματώσουν τους οραματισμούς της. Είναι η διακήρυξη της 13ης Μάρτη 2000, του πολιτικού φορέα που ίδρυσε ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης και που μετά από δύο εκλογικές μάχες παροπλίστηκε καθώς ο λαός μας, τότε, προτιμούσε να πιστεύει το Χρηματιστήριο και άλλα τινά και όχι στην Αληθινή Πολιτική.

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ
ΤΗΣ 13ης ΜΑΡΤΙΟΥ 2000
Ο εικοστός αιώνας ήταν ένας τραγικός αιώ­νας για τον ελληνισμό. Η διαδικασία του σχηματισμού του σύγχρονου ελληνικού κράτους-έθνους ήταν από τις πλέον επώδυνες στον κόσμο. Αυτή διήρκεσε πολύ και πήρε τις τραγικές μορφές του ξεριζωμού, των γενοκτο­νιών και της προσφυγοποίησης. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίσθηκε από τον πρώτο εθνικό διχασμό, την πρώτη ρωγμή του αιώνα.
Η χώρα συμμετείχε στους δύο παγκόσμιους πολέμους του 20ού αιώνα και βρέθηκε με την πλευρά των νικητών. Στο τέλος όμως αυτών των πολέμων είχε την απώλεια εθνικών χώρων και προέκυπτε ηττημένη. Οι Έλληνες ήταν οι ηττημέ­νοι νικητές.
Η πρωτόγνωρη διαπλοκή του εθνικού με το κοινωνικό πρόβλημα, ο χαρακτήρας του κοινωνι­κού σχηματισμού και του δορυφορικού περιφε­ρειακού κράτους εμπόδισαν όχι μόνο την εθνική, αλλά και την κοινωνική και οικονομική ολοκλήρωση και προκάλεσαν πολλά τραύματα στο κοι­νωνικό σώμα.
Το πρώτο μισό του αιώνα κυριαρχήθηκε από το ολοκαύτωμα του Ανατολικού Ελληνισμού. Την τελική λύση ενός ελληνικού ολοκαυτώματος δι­άρκειας αιώνων. Το δεύτερο μισό όμως του αιώ­να στην Ελλάδα οι συνθήκες ήταν εξίσου τραγι­κές, η τραγωδία πήρε τη μορφή ενός αδελφοκτό­νου πολέμου. Αυτός αποτέλεσε τη δεύτερη ρωγμή του αιώνα.
Ποτέ στην ιστορία μας, όσο τα τελευταία χρό­νια, η ελληνική γη, ο χώρος, ο τόπος, το έδαφος, το περιβάλλον, η αρχιτεκτονική, οι άνθρωποι, οι μνή­μες, η εθνική συνείδηση, η ταυτότητα, ο πολιτι­σμός, η δημοκρατία δεν υπέστησαν τις αλλοιώσεις που υπέστησαν την τελευταία πεντηκονταετία. θλιβερή έκφραση η καταστροφή των ελληνικών πόλεων και κύρια της πόλης των Αθηνών και του Αττικού τοπίου.
Πράξη που μπορεί να ονομασθεί έγκλημα ενάντια στην ανθρωπότητα, τον παγκό­σμιο πολιτισμό. Ο ελληνισμός, η χώρα, το πρώτο μισό του αιώνα γνώρισε τη βιολογική σφαγή, τη γενοκτονία, αλλά το δεύτερο μισό τη σφαγή του αρχιτεκτονικού, οικιστικού, φυσικού τοπίου, ώστε ο χώρος αυτός να μη μοιάζει Ελλάδα.
Η χώρα, ο ελληνισμός πλήρωσε την παραμονή του στο ΝΑΤΟ πολύ περισσότερο απ' ότι πλήρω­σαν άλλες χώρες και άλλοι λαοί τη συμμετοχή τους στο άλλο Σύμφωνο. Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια, ο ιστορικός απολογισμός που πρέπει να αντιμετωπισθεί και να γίνει χωρίς προκαταλή­ψεις και αγκυλώσεις.
Η κοινωνικό-οικονομική δομή της χώρας πήρε τριτοκοσμικές μορφές. Διανύουμε περίοδο παρα­μόρφωσης, ελεφαντίασης, γιγαντισμού-νανισμού του ελληνικού σώματος. Η δημοκρατία δεν ήταν ο κανόνας αλλά ορισμένα διαλείμματα.
Τα χρόνια αυτά ο ελληνισμός έζησε σε καθε­στώς γεωπολιτικής σχιζοφρένειας και μαζοχι­σμού. Να θεωρεί, χάριν της Νατοϊκής αλληλεγ­γύης και ασφάλειας, φίλο και σύμμαχο τον τουρ­κικό ρατσισμό που αποδιάρθρωνε τον ελληνισμό στην Κωνσταντινούπολη, στην Ίμβρο, στην Τένε­δο, στη μαρτυρική μεγαλόνησο Κύπρο, όπου το 82% του πληθυσμού ήταν Έλληνες. Ο ελληνισμός γνώρισε μια νέα εθνική συρρίκνωση, συνοδευό­μενη από τη μεγάλη πολιτισμική συρρίκνωση και τον πολιτισμικό ακρωτηριασμό. Η Ελλάδα δεν σκέφτονταν ή σκεφτόταν λανθασμένα, με ξένο μυαλό.
Οι γεωπολιτικές αλλαγές στο τέλος του αιώνα, με το τέλος του διπολισμού, ήταν λυτρωτικές και απελευθερωτικές για τον ελληνισμό. Έσπαζαν τα γεωπολιτικά, γεωοικονομικά δεσμά που έγιναν και γεωπολιτισμικά και κατέστησαν επί δεκαετίες την Ελλάδα χώρα συνόρων. Ο ελληνικός χώρος ανακτούσε τη γεωοικονομική, γεωπολιτική, γεωπολιτισμική φυσιο­λογία και κεντρικότητά του. Η δυστοπία μεταβάλλονταν σε ευτοπία. Επανασυνδεόταν με ιστο­ρικούς φυσικούς χώρους, τα Βαλκάνια και τον Εύξεινο.
Την ίδια περίοδο το νέο απελευθερωτικό κί­νημα των λαών στη Μικρά Ασία καθιστούσε τον μέχρι χθες χωροφύλακα του ιμπεριαλισμού επί της ελληνικής εθνικής, οικονομικής και κοινωνι­κής εξέλιξης, το ρατσιστικό τουρκικό κράτος, σε μικρομεσαίο ασθενή. Τις στιγμές των μεγάλων αυτών αλλαγών ο ελληνισμός δεν βρέθηκε προετοιμασμένος, ώστε να αλλάξει τη θέση και το ρόλο του στην περιοχή. Ο ελληνισμός έχανε τα ραντεβού του με την Ιστορία. Έπεφταν τα τείχη του Βερολίνου, παρέμεναν όμως αυτά της Κύ­πρου. Οι ελληνικές περιφέρειες σε κατάσταση υποανάπτυξης δεν μπορούσαν να αποτελέσουν τους αγωγούς της επανασύνδεσης. Η Ελλάδα στον ψυχρό πόλεμο, τον Τρίτο Παγκόσμιο Πό­λεμο, ήταν με τη μεριά των νικητών. Έβγαινε όμως εκ νέου ηττημένη. Με αμφισβήτηση της κυριαρχίας της στο Αιγαίο και στη Μακεδονία, με την έξοδο αντί την κατοχύρωση των δικαιω­μάτων της ελληνικής κοινότητας της Βορείου Ηπείρου στην Αλβανία, τη νέα προσφυγοποίηση του Ποντιακού Ελληνισμού. Προβλήματα άλυτα των δύο πλέον μαρτυρικών κομματιών του ελλη­νισμού που εμφανίζονται με διάφορες τραγικές μορφές σε διαδοχικούς κύκλους.
Η κύρια αιτία που η χώρα δεν βρέθηκε στη θέση της τη στιγμή του ραντεβού της με την Ιστορία ήταν η απουσία της πολιτι­κής στις μεγάλες της διαστάσεις, της πολιτικής ως πρόβλεψη και σχέδιο. Η απουσία αυτού του πρώτου και μεγάλου πλούτου των εθνών, της πολιτικής, είναι η κύρια αιτία που ο ελληνισμός δεν μπορεί στην αρχή του νέου ιστορικού κύκλου να βρει το βηματισμό και τον προσανατολισμό του. Στις αρχές του νέου αιώνα αντιμετωπίζει κρίση εθνικής κυριαρχίας στον τόπο όπου γεννή­θηκε ιστορικά, στο Αιγαίο, αδυνατώντας να εφ­αρμόσει το δικαίωμά του στα 12 μίλια.
Η μεγάλη του συρρίκνωση είναι η οικονομική, η παραγωγική. Μειώνεται διαρκώς ο αριθμός των προϊόντων που παράγονται και κατασκευά­ζονται στην Ελλάδα.
Ο ελληνικός πολιτισμός, ένας μετα-εθνικός οι­κουμενικός πολιτισμός, που αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα θεμέλια του πολιτισμού άλλων λαών και της ανθρωπότητας, αντιμετωπίζει κρίση στον ίδιο τον τόπο του. Ενώ θα μπορούσε να δώσει σήμερα ένα νέο νόημα ζωής στον κόσμο, έναν άλλο δρόμο, τον ελληνιστικό και ρωμαίικο δρό­μο ζωής.
Η απουσία της πολιτικής, επόμενα των ιδεολο­γικών, μορφωτικών, πολιτικών χαρτών με τους οποίους θα μπορούν να βαδίζουν οι πολίτες, οι θεσμοί, το έθνος στην κοινωνία, την Ιστορία, σε ένα δυναμικό και πολύπλοκο κόσμο, εκφράζεται κύρια με την απουσία πολιτικών κομμάτων. Τα μεταπολιτευτικά πολιτικά κόμματα δεν έχουν πλέον τη μορφή αυτού που ονομάσθηκε πολιτικό κίνημα και πολιτικό κόμμα. Πρόκειται για μη-κόμματα. Αποτελούν και αντιπροσωπεύουν ένα στρώμα που κινείται ανάμεσα στο κράτος, τα λόμπι και τα λεγόμενα Μέσα Μαζικής Ενημέρω­σης. Η αιχμαλωσία αυτή της πολιτικής βάζει σε κρίση τη Δημοκρατία μας και το Σύνταγμα. Μετά από εικοσιπέντε περίπου χρόνια από την αποκα­τάσταση της δημοκρατίας στη χώρα, η Ελλάδα, πολύ περισσότερο από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αντιμετωπίζει, έχει ανάγκη της Δημοκρατίας για­τί αυτή απουσιάζει. Αντί για τους συντακτικούς, συνταγματικούς κανόνες καθορίζει την πολιτική ζωή και την οικονομία ένα αδιαφανές, σιωπηλό και κρυφό σύνταγμα.
Τη διάχυτη εικόνα και κλιμάκωση της παρακ­μής μόνο νέα πολιτικά κινήματα, νέοι πολιτικοί πρωταγωνιστές, που θα μπουν σε ανταγωνισμό με τις παλιές παρηκμασμένες δυνάμεις, μπορούν να ανατρέψουν.
Η Δημοκρατική Περιφερειακή Ένωση γεννιέται από δυνάμεις που βγήκαν δικαιωμένες και μη ηττημένες από τον προηγούμενο ιστορικό κύκλο. Δυνάμεις που έρχονται από διαφορετικές διαδρομές. Συναντώ­νται στη διαπίστωση της κατάργησης της σημα­σίας, των νοημάτων, του ρόλου της πολιτικής και την ιστορική ανάγκη υπέρβασης της σημερινής παρακμιακής πραγματικότητας. Προσδοκά να διαμορφώσει ένα νέο μορφωτικό και πολιτικό πεδίο όπου θα επανακαθορίζονται και θα βρουν νόημα, ταυτότητες, ρόλοι και σχέδια. Γιατί τα υπαρκτά πολιτικά σχήματα είναι κουτιά άδεια, χωρίς περιεχόμενο, νόημα, αλήθεια, μνήμη.
Το δικό μας Κίνημα αποτελεί ένα χώρο δια­μόρφωσης, επιμόρφωσης, ένα σχολείο, ένα μορ­φωτικό Κίνημα. Στις σημερινές συνθήκες κρίσης της Δημοκρατίας είναι ένας δημοκρατικός αγω­γός, πομπός ελεύθερης δημοκρατικής ενημέρω­σης και πληροφόρησης.
Προσδοκά να διαμορφώσει ένα περιβάλλον δη­μοκρατίας, ώστε να αξιοποιηθούν όλες οι ενέρ­γειες, οι δυνάμεις του έθνους. Να ενταχθούν σε ένα νέο σχέδιο που έχει ανάγκη ο ελληνισμός στις σημερινές συνθήκες της παγκοσμιοποίησης στο νέο αιώνα. Η απουσία Πολιτικής Δημοκρατίας, ουδετεροποιεί, απομακρύνει, εξοντώνει πλούσιες μορφωτικές, παραγωγικές δυνάμεις της κοινω­νίας που θέλουν να δημιουργήσουν και να προ­σφέρουν στο συλλογικό γίγνεσθαι.
Γεννιέται μέσα από ένα ρεύμα εθνικής αυτο­γνωσίας και αυτοσυνειδησίας που διαπερνά όλη την κοινωνία, έναν ευνουχισμένο και ακρωτηρια­σμένο πολιτισμικά λαό που αναζητά την ανά­κτηση της ιστορικής και πολιτισμικής του ταυτό­τητας. Ανοίγει δρόμους αυτόχθονης παραγωγής ιδεολογίας και πολιτικής σκέψης. Διαδικασίες αυτογνωσίας που συμβάλλουν στον εθνικό αυτοσεβασμό και την αξιοπρέπεια, που ίσως ποτέ στη χώρα μας δεν έπεσαν τόσο χαμηλά.
Την τάση επανασύνδεσης και επιστροφής στο ιστορικό, γεωγραφικό και φυσικό περιβάλλον που διαδέχεται αυτήν της φυγής και του ξεριζω­μού που κυριάρχησε τον εικοστό αιώνα. Η τάση της εξόδου από τις πόλεις και κύρια από τη μεγάλη φυλακή του έθνους, το αθηναϊκό πολεοδο­μικό μόρφωμα ως τάση και αντιαστικοποίησης προμηνύει τη νέα αγροτική και περιφερειακή ανα­γέννηση και διαμόρφωση μιας νέας συμμετρίας και αρμονίας ανάμεσα στον αγροτικό και αστικό χώρο, ανάμεσα στα παράλια και την ενδοχώρα.
Η περιφέρεια, ο τόπος αναδεικνύεται ως ο πλέ­ον ελκυστικός χώρος να ζει κανείς, να δημιουρ­γεί, να παράγει, να επενδύει αλλά και ως χώρος πολιτικής συσπείρωσης και ένταξης. Διαδικασία που θα αποκαταστήσει, με την επανακατοίκηση της ελληνικής περιφέρειας, την αρμονία του ελ­ληνικού κοινωνικό-οικονομικού, χωροταξικού, πολεοδομικού, φυσικού σώματος. Μια νέα αν­θρωπολογία και οικολογία.
Την τάση που παρατηρείται ειδικά στους νέους ανθρώπους για μια νέα, γόνιμη, απελευθερωμένη και δημιουργική σχέση με την εργασία που τρο­φοδοτεί μια έννοια ζωής, ανθρώπινης ύπαρξης και ολοκλήρωσης. Σε σύγκρουση με τη μέχρι σήμερα παθητική τάση του βολέματος.
Την αναζήτηση μιας αρμονίας ανάμεσα στον άνθρωπο και το φυσικό περιβάλλον. Την ολοκλή­ρωση ενός αρμονικού γάμου ανάμεσα στη φύση και την οικονομία. Την ωρίμανση της συνείδησης ότι ο τόπος, το έδαφος, το αρχιτεκτονικό, ιστο­ρικό, φυσικό περιβάλλον είναι η κυρία πηγή ζωής αλλά και πηγή μιας ενδογενούς βιώσιμης ανά­πτυξης. Το τέλος του πεντηκονταετούς πολέμου ενάντια στην ελληνική φύση, την Ιστορία, τον πο­λεοδομικό και αρχιτεκτονικό ιστό.
Την επαναεπικοινωνία, επανασύνδεση και ενο­ποίηση των Ελληνικών Κοινοτήτων της Διασπο­ράς στις σημερινές συνθήκες της παγκοσμιοποίη­σης. Κοινότητες που προήλθαν είτε από την απου­σία εσωτερικής οικονομικής ολοκλήρωσης και ενσωμάτωσης της χώρας με τη μορφή των μετανα­στών είτε ως βίαιος ξεριζωμός από τις ιστορικές τους πατρίδες ως πρόσφυγες. Σήμερα μπορούν να επικοινωνούν στα πλαίσια μιας παγκοσμιοποιημένης εθνικής κοινότητας επιχείρησης.
Το Κίνημα μας όμως κύρια θεμελιώνεται στη δυναμική σήμερα τάση επιστροφής της πολιτικής στις αυθεντικές της εκφράσεις, στη μορφή του Πολιτικού Κινήματος. Εκφράζει μια έκκληση και πρόσκληση συμμετοχής προς τους πολίτες. Προσ­δοκά να αντιπροσωπεύσει ένα εγκώμιο στην πολι­τική, ώστε αυτή να βρει την αύρα, το φωτοστέ­φανο, την ενόραση, το σχέδιο, την αποστολή της.
Στις σημερινές συνθήκες, του μετά το τέλος του διπολισμού σταδίου της παγκοσμιοποίησης, οι συνθήκες είναι πολύ ευνοϊκές για τον ελληνισμό. Στη σύγχρονη ιστορία μας δεν ήταν ποτέ τόσο ευνοϊκές. Χώρες και λαοί όπως εμείς, λόγω ιστορίας και γεωγραφίας, αντί να υφίστανται παθητικά και αποδιαρθρωτικά την παγκοσμιοποίηση μπορούν να γίνουν πρωταγω­νιστές.
Μπορούμε να επανασχεδιάσουμε τον ελληνικό οίκο με σχέσεις αρμονικής γειτνίασης με τους λαούς του γεωγραφικού μας περίγυρου στα πλαί­σια μιας στρατηγικής των λαών της περιοχής για την άλλη παγκοσμιοποίηση από τα κάτω. Την πα­γκοσμιοποίηση και την τάξη των λαών.
Ο δρόμος μιας άλλης παγκοσμιοποίησης από τα κάτω σημαίνει ότι έχουμε μια άλλη αφήγηση του κόσμου, της κοινωνίας, της Ιστορίας. Αυτή η αφήγηση ξεκινά από το δικαίωμα στη ζωή, στην προστασία των δικαιωμάτων στη ζωή για τα δι­σεκατομμύρια των ανθρώπων που ζουν σήμερα και θα ζουν αύριο στον πλανήτη γη. Διεκδικεί υψηλές ποιοτικά σταθερές πολιτικής, κοινωνι­κής, οικονομικής, περιβαλλοντικής και φυσικής ζωής. Αντί της αποδιάρθρωσης, της υποβάθμι­σης, της πτώσης των σταθερών που επιβάλλει η παγκοσμιοποίηση από τα πάνω. Στην άνομη ζού­γκλα ενός παγκοσμιοποιημένου κόσμου του χάους, του ιμπεριαλιστικού χάους, αγωνίζεται για τη δημιουργία των θεσμών μιας παγκόσμιας κοινωνικής και οικονομικής διακυβέρνησης, για μια Κοσμοπολίτικη Οικουμενική Δημοκρατία. Σε αντίθεση με την κυβέρνηση των πολυεθνικών και του ιμπεριαλισμού, την κρυφή κυβέρνηση της παγκόσμιας αδικίας. Αυτή η στρατηγική στοχεύει στον εκδημοκρατισμό και την ενίσχυση του ΟΗΕ και του ΟΑΣΕ με την παράλληλη ουδετεροποί­ηση, αποδυνάμωση και κατάργηση πολιτικο-στρατιωτικών συνασπισμών, υπολειμμάτων του ψυχρού πολέμου.
Η οικοδόμηση μιας δίκαιης παγκόσμιας διακυ­βέρνησης μπορεί να θεμελιωθεί σε τοπικό, εθνικό και περιφερειακό επίπεδο στα πλαίσια ενός Πε­ριφερειακού Πολυκεντρισμού των Περιφερειών του πλανήτη. Η Λατινοαμερικανική, η Αφρικανική, όπως και άλλες περιφέρειες του κόσμου μπορούν να διαμορφώσουν δικούς τους κανόνες ρύθμισης, διακυβέρνησης, δημοκρατίας και ένω­σης. Η Ευρώπη από τον Ατλαντικό ως τα Ουρά­λια, η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να αποτελέσει ένα υψηλό παράδειγμα μιας περιφερειακής πολυκεντρικής οργάνωσης και διακυβέρνησης του πλανήτη. Η ίδια η ευρωπαϊκή εμπειρία, η αυτο­νομία και η ολοκλήρωση της θα κριθεί στο κατά πόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση θα αποτελέσει ένα άλλο κοινωνικό, πολιτικό, πολιτισμικό παράδειγμα για τους λαούς. Εκεί βρίσκεται η δύναμη και το μέλλον, η ενότητα και η αυτονομία της Ευρώπης, των λαών, των πολιτισμών, των εργα­ζομένων και των πολιτών.
Ο δικός μας δρόμος για την παγκοσμιοποίηση περνά μέσα από τον χρηματιστικό αφοπλισμό, τη δημιουργία δηλαδή ενός νέου νομισματικού και χρηματιστικού παγκόσμιου συστήματος που θα στηρίζεται στην αρχή της πρωτοκαθεδρίας της πολιτικής επί των χρηματιστηριακών αγορών, τη θεσμοθέτηση κανόνων, όρων και ρυθμίσεων.
Η Ελλάδα μπορεί να αναδειχθεί σε πρωτα­γωνιστή μιας νέας ευρωπαϊκής πολιτικής και να δείξει το δρόμο μιας άλλης παγκο­σμιοποίησης, μιας περιφερειοποίησης στον γεωπολιτικό, γεωοικονομικό και γεωπολιτισμικό της περίγυρο, τα Βαλκάνια, τον Εύξεινο, τη Μεσόγειο, την Ανατολική Μεσόγειο, τη Μικρά Ασία.
Η επανασύνδεση με τα Βαλκάνια να γίνει σε υψηλά και όχι χαμηλά επίπεδα συνανάπτυξης, συμπαραγωγής, αρμονικής συμβίωσης και συνερ­γασίας. Πρόπλασμα αυτής της βαλκανικής συνεν­νόησης, αντί της Λιβανοποίησης και Λατινοαμερικανοποίησης των Βαλκανίων μπορεί να αποτε­λέσει η περιοχή ανάμεσα στις δύο όχθες του Βαρ­δάρη παίρνοντας το όνομα Δημοκρατία της Κε­ντρικής Βαλκανικής.
Ο νέος αιώνας προκαλεί την Ελλάδα να ανα­δειχθεί σε ηθική δύναμη στην περιοχή της Ανατο­λικής Μεσογείου, της Μικρός Ασίας, προωθώ­ντας τη λύση του Νέου Ανατολικού Ζητήματος με βάση την Ιστορία, τα δίκαια και τις προσδοκίες των αυτοχθόνων ιστορικών λαών της περιοχής και όχι νέες γενοκτονίες, βαρβαρότητες, τη σταύ­ρωση και εξαφάνιση τους.
Δεν μπορεί να υπάρξει ελληνική εξωτερική πολιτική που δεν υπερασπίζεται αξίες, αρχές και ιδανικά. Θα αποτελεί μεγάλη συμβολή της Ελλά­δας προς τους λαούς της περιοχής η αποκάλυψη και καταγγελία παγκοσμίως του ρατσιστικού κεμαλικού θεωρητικού και θεσμικού οικοδομή­ματος που παραμόρφωσε και αποδιάρθρωσε τους λαούς και τους πολιτισμούς μιας περιοχής όπου γεννήθηκε ένας από τους περισσότερο πλούσιους πολιτισμούς της ανθρωπότητας. Ο νεοκεμαλισμός είναι ρατσισμός, προκάτοχος, συγγενής του νεοναζισμού.
Για να ανακτήσει όμως η Ελλάδα τον ηθικό ρόλο, για να βρει ο ελληνισμός τον ηθικό βηματι­σμό και την καθαρότητα του προσώπου του, πρέ­πει να αποβάλει σε επίπεδο αντιπροσώπευσης το μελανό στίγμα της 15ης Φεβρουαρίου 1999.
Οι αυτόχθονες λαοί στη Μικρά Ασία αναζη­τούν μια αρμονική σχέση με την Ιστορία και τη γεωγραφία τους. Διεκδικούν την ανάσταση, την άνοιξή τους. Η δική τους άνοιξη συμβαδίζει με τη δική μας άνοιξη και την άνοιξη της περιοχής. Η Ελλάδα θα ανήκει στους Έλληνες όταν η Μικρά Ασία θα ανήκει στους λαούς της.
Τα ζητήματα της Ίμβρου και της Τενέδου, του ελληνισμού της Πόλης και του Πατριαρχείου, της Κύπρου, αλλά και η λήθη της Ποντιακής Γενο­κτονίας αποτελούν κατάλοιπα του ψυχρού πολέ­μου, του διπολισμού,
Ο ελληνισμός στον νέο αιώνα αναζητά την αποκατάσταση των δικαιωμάτων του εκεί που αυτά παραβιάσθηκαν σε συνθήκες ψυχρού πολέ­μου, με βάση την Ιστορία, το Διεθνές Δίκαιο και τις Διεθνείς Συνθήκες. Οι σύμμαχοι της χώρας, η ίδια η συμμαχία, διαμορφώνοντας έναν άλλο ρόλο από αυτόν που είχε μέχρι σήμερα, οφείλει να συμβάλει στη δίκαιη αποκατάσταση τους. Ο ελληνισμός μπορεί να απολαμβάνει τα ωφέλη μιας συμμαχίας και όχι να υφίσταται τραύματα, απώλειες λόγω της συμμετοχής του σ' αυτήν.
Η αποκατάσταση των δικαιωμάτων της πλειο­ψηφίας των Ελλήνων κατοίκων της Κύπρου, η κατοχύρωση των δικαιωμάτων της τουρκοκυ­πριακής μειονότητας, η αποχώρηση όλων των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων και των εποίκων αποτελούν τις προϋποθέσεις και προτά­ξεις για τη λύση του Κυπριακού ζητήματος, την ειρήνη, τη σταθερότητα και την ανάπτυξη στην περιοχή. Ρατσιστικές λύσεις τύπου απαρτχάιντ δεν αποτελούν συμβολή για ένα ειρηνικό μέλλον όταν αυτές οι μορφές κατέρρευσαν στο τέλος του αιώνα, εκεί που γεννήθηκαν.
Η διαμόρφωση ενός ειδικού νομικού καθεστώ­τος που θα καθορίζει την προστασία των Θρη­σκευτικών Μνημείων, Πνευματικών Ιδρυμάτων αλλά και θα δημιουργεί συνθήκες ασφάλειας για την επιστροφή του εκδιωχθέντος βίαια ελληνι­σμού της Κωνσταντινούπολης. Συνθήκες που θα επιτρέψουν σχέσεις ειρηνικής συμβίωσης, αλληλοσεβασμοϋ, αλληλοκατανόησης ανάμεσα στις διαφορετικές θρησκείες και έθνη, όπως ταιριάζει στην ιστορία, τον πολιτισμό και την πνευματικό­τητα της Κωνσταντινούπολης. Ο Βυζαντινός Ορ­θόδοξος Πολιτισμός αποτελεί θεμελιώδη συνι­στώσα του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Η ιστορική και πνευματική του εστία, τα μνημεία και τα σύμ­βολά του δεν μπορούν να παραμένουν αιχμά­λωτα στα πλαίσια της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Στις σημερινές συνθήκες της παγκοσμιοποίη­σης η συνεργασία και ο ανταγωνισμός διε­ξάγονται δια μέσου των περιφερειών και των πόλεων. Η σημερινή πραγματικότητα των ελληνικών περιφερειών και των πόλεων καθιστούν τη χώρα ανήμπορη να βαδίσει στην παγκόσμια σφαίρα. Οι περιφέρειες, οι πόλεις, η νέα αγροτικότητα, η αγροτική αναγέννηση είναι προνομιούχοι χώροι παρουσίας, αναβάθμισης, ανάδειξης και δημιουργίας του δικού μας Κινήματος. Η κίνηση και η θέση της χώρας θα κριθούν από τη σχέση του τοπικού με το παγκόσμιο. Από το ΠΑΝΤΟΠΟΣ.
Η στρατηγική αυτή θεμελιώνεται στην αναβάθ­μιση της σημασίας και της κεντρικότητας του ελληνικού εδάφους στο παγκόσμιο σύστημα. Ενώ σε άλλες χώρες έχουμε κρίση της σημασίας του εδάφους, η μεταδιπολική περίοδος μετέβαλε μια περιοχή συνόρων, όπως η Ελλάδα, σε κεντρική περιοχή.
Ο ελληνισμός δεν μπορεί να σταθεί στην παγκόσμια κοινότητα στις σημερινές συνθήκες της παγκοσμιοποίησης με αυτή τη μορφή του δο­ρυφορικού, γραφειοκρατικού, συγκεντρωτικού κράτους. Αυτή η φύση του δεν το επέτρεψε να γίνει φορέας της εθνικής ολοκλήρωσης αλλά και της εσωτερικής ενσωμάτωσης της χώρας. Δεν δη­μιούργησε τις αναπτυξιακές, δημογραφικές προ­ϋποθέσεις της εθνικής μας κυριαρχίας σε πολλές περιφέρειες, καθιστώντας αυτές ευάλωτες σε ξέ­νες διεκδικήσεις.
Το τραγικό για τη χώρα και τον ελληνισμό είναι ότι σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης παραμένει στη μορφή του Κράτους-Πρωτεύουσα παρά στη μορ­φή του Κράτους-Έθνους, όταν οι εξελίξεις απαι­τούν να πάρει μορφές παγκόσμιες, οικουμενικές. Για να σταθούμε στην παγκοσμιοποίηση πρέπει να περάσουμε από το σύστημα-Αθήνα στο σύστημα-Ελλάδα όχι καταργώντας, όπως υποστηρί­ζουν οι λάτρεις της παγκοσμιοποίησης, το κράτος-έθνος αλλά αναδιοργανώνοντας, ενισχύοντας και προεκτείνοντας το στο σύστημα-Ελλάδα Δια­σπορά, Οικουμενική Ελλάδα.
Η Δημοκρατική Περιφερειακή Ένωση θα προ­χωρήσει άμεσα στην επαναθεμελίωση του κράτους στη βάση των Δέκα Ιστορικών Περιφερειών: Αιγαίο-Ιωνία, Αττική, Ήπειρος, Θεσσαλία, Θρά­κη, Ιόνια, Κρήτη, Μακεδονία, Πελοπόννησος, Ρού­μελη, των Επτακοσίων Δήμων και των δυο Μητροπολιτικών περιοχών: της Αθήνας τα Παναθήναια και της Θεσσαλονίκης. Οι Νομαρχίες, τεχνητά κατασκευάσματα ενός συγκεντρωτικού κράτους και ενός πελατειακού συστήματος, θα καταργη­θούν γιατί είναι πολύ μικρές για τα μεγάλα ζητή­ματα και πολύ μεγάλες για τα μικρά. Τόσο τα δέκα Περιφερειακά Συμβούλια και οι Περιφερειάρχες-Κυβερνήτες, όσο και τα Δημοτικά Συμβούλια και οι Δήμαρχοι θα αναδεικνύονται με άμεση εκλογή από τους πολίτες. Ανάμεσα στην Κυβέρνηση και τις Περιφέρειες θεσμοθετείται σε πρώτο στάδιο η Συνδιάσκεψη Κράτος-Περιφέρειες με τη συμμε­τοχή του Πρωθυπουργού, της Κυβέρνησης και των δέκα Περιφερειαρχών-Κυβερνητών. Στο επόμενο στάδιο θεσμοθετείται η ενοποιημένη Συνδιάσκεψη με τη συμμετοχή σε αυτήν δέκα Δημάρχων που θα εκλέγονται από την ΚΕΔΚΕ. Ένα Ταμείο Αλλη­λεγγύης των Περιφερειών θα προβλέπει τη μετα­φορά πόρων στις αδύναμες Περιφέρειες.
Μια νέα κρατική αρχιτεκτονική, η νέα μορφή που θα πάρει η ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, θα επιτρέψει τη συγκρότηση μιας λειτουργικής και αποτελεσματικής διοίκησης σε Δημοτικό, Περιφε­ρειακό και Κεντρικό πεδίο με μια Κεντρική Διοί­κηση αποτελεσματικότητας και κύρους.
Το νέο Σύνταγμα που θα θεμελιώσει τη μεγάλη αλλαγή και μεταρρύθμιση θα αποτελεί την πλέον ισχυρή στιγμή ενοποίησης του λαού, οι Περιφέ­ρειες την πλέον υψηλή θεσμική στιγμή για την εθνική και κοινωνική συνοχή. Προτείνουμε τη μορφή ενός περιφερειακού και όχι ομοσπονδια­κού κράτους, με βάση τις δέκα ισχυρές ιστορικές Περιφέρειες.
Η περιφερειοποίηση του κράτους, η κατάργηση του ελλειμματοφόρου, χρεοβόρου και προβλημα­τικού κεντρικού συγκεντρωτισμού, που λατρεύ­ουν τόσο οι «σοσιαλιστές» όσο και οι νεοφιλε­λεύθεροι, θα επιτρέψει τη συγκρότηση, για πρώτη φορά, ενός ολοκληρωμένου και καθολικού κοι­νωνικού κράτους στον τομέα της υγείας, της παι­δείας, της ασφάλισης, των υπηρεσιών. Το κράτος θα είναι Κοινωνικό σε μορφές πρωτόγνωρες για την Ελλάδα όταν είναι Περιφερειακό. Η χώρα μέχρι σήμερα γνώρισε μορφές γραφειοκρατικού, συντεχνιακού και όχι ενός ολοκληρωμένου κοι­νωνικού κράτους.
Η θεσμική και γεωγραφική διάσταση των περιφερειών θα αναδείξει, θα ανατρο­φοδοτήσει την αναπτυξιακή τους διά­σταση. θα αναγεννήσει τα τοπικά και περιφερει­ακά παραγωγικά συστήματα που αποδιαρθρώθη­καν, εξαφανίστηκαν τις δεκαετίες του συγκε­ντρωτισμού. Η εθνική οικονομία θα αποτελεί σύνθεση των περιφερειακών παραγωγικών συ­στημάτων που σήμερα είναι αδύναμα και συρρι­κνωμένα, έως ανύπαρκτα. Παραγωγικά συστή­ματα που κληρονομήσαμε από το παρελθόν θα μετεξελιχθούν σε σύγχρονα παραγωγικά συστή­ματα και προϊόντα δια μέσου της σύνδεσης τους με την κωδικοποιημένη γνώση των συστημάτων εκπαίδευσης, των Πανεπιστημίων, των Πόλων Τεχνολογίας, των Περιφερειακών Κέντρων Έρ­ευνας. Το πλούσιο θεσμικά, ανθρώπινο, επιστη­μονικό και τεχνολογικό περιβάλλον της κάθε περιφέρειας θα αποτελεί ένα βασικό θεμέλιο της ανάπτυξης της. θα δημιουργεί προϋποθέσεις έλξης και διαρκούς παραμονής των παραγωγι­κών μονάδων και επιχειρήσεων σε αυτήν. Τις ρί­ζες και τα θεμέλια της ανάπτυξης.
Το έδαφος, το φυσικό, αρχιτεκτονικό και οικι­στικό περιβάλλον της Περιφέρειας θα αποτελούν όχι χώρο προς κατανάλωση, αλλά προστατευμένο συντελεστή μιας νέας ενδογενούς και βιώσι­μης ανάπτυξης. Στόχος μας είναι να παράγουμε έδαφος, να ωραιοποιούμε το τοπίο και όχι να το καταναλώνουμε και να το καταστρέφουμε. Είμα­στε ένα Κίνημα Ωραιοποίησης της Ελλάδας, μιας νέας αισθητικής ποιότητας του αρχιτεκτονικού, οικιστικού και φυσικού τοπίου. Το κάλλος του ελληνικού χώρου θα αποτελεί παράγοντα έλξης πολύμορφων δημιουργικών δραστηριοτήτων. Η ιστορικότητα και μνημειακότητα του ελληνικού εδάφους πηγή μιας πλούσιας συμβολικής και περιβαλλοντικής οικονομίας.
Η τάση αντιαστικοποίησης, η έξοδος από τις πόλεις, που χαρακτηρίζει κύρια τους κατοίκους της Αθήνας, αντί να κατευθύνεται απρογραμμάτιστα στη δεύτερη κατοικία που προεκτείνει τον πολεοδομικό λαβύρινθο και τη ζούγκλα, θα διοχε­τευθεί σε ένα νέο χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό. Αυτός θα εκφράζεται με τη δημιουργία νέων πόλεων, την ποιοτική αναβάθμιση των υπαρ­κτών, την επανακατοίκηση των περιφερειών και την Αναγέννηση του Αγροτικού χώρου, θα δια­μορφώσει αρμονικές σχέσεις ανάμεσα στον αστικό και αγροτικό χώρο. Ο αγροτικός χώρος θα αποτε­λεί εργαστήριο, αφετηρία ενός συνολικού, διαφο­ρετικού αναπτυξιακού προτύπου που θα εξασφαλίζει άλλη σχέση με το περιβάλλον αλλά και την παραγωγή. Η νέα εικοσαετία θα είναι αυτή της αγροτικής αναγέννησης και όχι του μαρασμού. Στον τομέα της αγροδιατροφής η Ελλάδα μπορεί να είναι πρωταγωνιστής και όχι υφιστάμενος.
Οι σχέσεις αυτές θα απελευθερώσουν το Ατ­τικό τοπίο από τα επιπλέον φορτία σε υλικά και ανθρώπους που το κατέστησαν αβίωτο. Τα ξύ­λινα τείχη της σωτηρίας της Αττικής, κατά τον χρησμό της Πυθίας, βρίσκονται στην Περιφέρεια. Ποτέ στην ιστορία το Αττικό τοπίο δεν υπέστη αυτή την παραμόρφωση. Η διακυβέρνηση αυτών των τάσεων θα αποκαταστήσει την ιστορία και τη φύση στην Αττική. Η μορφή της πόλης και της πρωτεύουσας θα υποκαταστήσει τη μορφή της μη-πόλης, της αντι-πόλης και της μη-πρωτεύουσας. θα οδηγεί σε μια νέα χωροταξική αρμονία και συμμετρία, θα επανασχεδιάσουμε και θα ξαναζωγραφίσουμε την Ελλάδα. ΘΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΠΟΛΗ ΚΑΙ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ.
Η αποτυχία των συγκεντρωτικών, γραφει­οκρατικών προτύπων, κοινωνικής, οι­κονομικής και πολιτικής οργάνωσης στην Ανατολή και τη Δύση του Κόσμου τον προη­γούμενο αιώνα, αναπαρήγαγε παλιές κοινωνικές ανισότητες, εγγυημένους και αποκλεισμένους, πλούσιους και φτωχούς, νέα και παλιά τραύματα των σχέσεων του ανθρώπου και της οικονομίας με τη φύση.
Η ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΤΗΤΑ και η ΠΟΛΥΚΕΝΤΡΙΚΟΤΗΤΑ δεν αποτελούν μόνο μια θεωρία για το κράτος, τους θεσμούς, την κοινωνία, την οικονομία, την ανάπτυξη. Αντιπροσωπεύουν μια ιδεολογία, μια θεωρία, ένα ολοκληρωμένο και πολυδιάστατο σχέδιο αξιών. Η πολιτική έκφραση τους μπορεί να διαμορφώσει ένα νέο, αρμονικό με τη φύση, κοινωνικά ίσο και δίκαιο πρότυπο οργάνωσης της κοινωνίας, της παραγωγής και της ζωής.
Η αναζωογόνηση, η εκ νέου ύφανση του κοινω­νικού, ανθρώπινου, οικονομικού ιστού της χώ­ρας μπορεί να γίνει δια μέσου Δημοτικών, Περι­φερειακών Συνεργατικών και Κοινοτικών μορ­φών οργάνωσης της οικονομίας και της κοινω­νίας, Ανακτώντας, εμπλουτίζοντας με σύγχρονες μορφές και περιεχόμενα την πλούσια εθνική πα­ράδοση του Κοινοτισμού και του Συνεργατι­σμού. Η ιστορική, πολιτισμική συνείδηση κάθε περιφέρειας αποτελεί το μεγαλύτερο εφόδιο, το μεγαλύτερο κεφάλαιο για την παραγωγική, δημο­γραφική και πολιτική ολοκλήρωση της. Σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου ξεθεμελιώθηκαν εκ βάθρων τα ανθρώπινα, κοινωνικά κύτταρα της περιφέ­ρειας, η νέα Περιφερειακότητα αποτελεί το θεμέ­λιο ενός νέου κύκλου ανάπτυξης και ζωής που σήμερα απουσιάζει.
Οι Δημοτικοί και Περιφερειακοί θεσμοί αντι­προσώπευσης και αυτοκυβέρνησης αρθρωμένοι με μορφές άμεσης δημοκρατίας και συμμετοχής, με πρωτοβουλίες πολιτών, θα διαμορφώσουν ένα νέο πρότυπο Δημοκρατίας. Η Δημοκρατία των Δήμων, η Δημοκρατία των Περιφερειών θα απο­τελεί το θεμέλιο, σε εθνικό επίπεδο, μιας Νέας Ελληνικής Δημοκρατίας. Οι σημερινές μορφές πολιτικής οργάνωσης δημιουργούν μεγάλα χά­σματα ανάμεσα σε κυβερνώντες και κυβερνώμε­νους. Διαμορφώνουν υπηκόους, κρατίτες και τηλεθεατές και όχι πολίτες, περιορίζουν τη δημο­κρατία σε ένα ναι ή ένα όχι και τη συνειδητή δη­μοκρατική επιλογή σε ανάδειξη δια βοής, δια μέσου των γκάλοπ όπως τον μεσαίωνα.
Τα μέχρι σήμερα πρότυπα κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης έμειναν σε μονοδιάστατες και τυπικές αντιλήψεις που περιόριζαν και εξαρτούσαν την κοινωνική εξέ­λιξη στο δίλημμα του σχεδιασμού και της αγοράς. Αυτό από μόνο του αποδείχθηκε ότι δεν αρκεί και προκάλεσε πολλές παλιές και νέες ανισότητες και παραμορφώσεις. Ανάμεσα στο σχεδιασμό και την αγορά υπάρχουν πολλά άλλα πεδία που κρίνουν το μέλλον των ανθρώπων και της κοινωνίας, τις ιεραρχήσεις και τις ανισότητες.
Το θεμελιώδες πεδίο κοινωνικής εξέλιξης, ιδι­αίτερα στις σημερινές συνθήκες, είναι η οργά­νωση της εργασίας και της παραγωγής και της σχέσης τους με τη γνώση. Η γνώση, το πνεύμα, αποτελεί την κυρίαρχη σήμερα μορφή κεφαλαίου. Μορφές οργάνωσης της εργασίας εδώ και ένα και πλέον αιώνα αφαίρεσαν από τον άνθρωπο τη γνώση, το σχεδιασμό, τη συμμετοχή στη δημιουρ­γία και την παραγωγή και καθόρισαν την κυριό­τερη αιτία της ανθρώπινης καταπίεσης, αλλο­τρίωσης και δυστυχίας.
Οι μεγάλοι τεχνολογικοί μετασχηματισμοί, η κρίση του προηγούμενου προτύπου οργάνωσης της εργασίας, δημιουργούν συνθήκες αναζήτησης, επανάκτησης από τον άνθρωπο των γνώσεων και του ελέγχου των διαδικασιών παραγωγής των προϊόντων. Τους μετασχηματισμούς αυτούς αν τους ρυθμίσει, τους κυβερνήσει δημοκρατικά η κοινωνία δια των αντιπροσωπευτικών αυτοκυβερνητικών και αυτοδιαχειριστικών της θεσμών θα μπούμε σε μια νέα περίοδο απελευθέρωσης της εργασίας και του ανθρώπου.
Οι διαδικασίες αποκέντρωσης της παραγωγής αποτελούν τη βάση για την επανεμφάνιση των νέων δημιουργών, μαστόρων με νέες σύγχρονες μορφές. Είναι ήδη παρόντες σήμερα.
Η οργάνωση της παραγωγής αυτού του τύπου θα στοχεύει στην παραγωγή προσωποποιημένων προϊόντων ποιότητας που ειδικά για τη χώρα έχει μέγιστη σημασία. Η ποιότητα, και όχι η πο­σότητα που είναι ο προνομιούχος χώρος των πολυεθνικών, θα αποτελεί τον άξονα, το πεδίο μιας νέας ελληνικής παρουσίας στον κόσμο. Η ανάκτηση της ιστορικής εθνικής παραγωγικής μνήμης, που χαρακτηριζόταν από την ποιότητα, θα συμβάλλει στην ανάκτηση της ανθρωπολογίας μας. Αυτή υπέστη μεγάλες αλλοιώσεις τις τελευ­ταίες δεκαετίες.
Στόχος μας είναι μια Ελλάδα της ποιότητας στη δημιουργία, στην παραγωγή, στη φύση, στο περιβάλλον, στις τέχνες, στον πολιτισμό.
Η απελευθερωτική για τον άνθρωπο, τους νέ­ους και τις μεγαλύτερες γενιές, προοπτική θα τροφοδοτηθεί δια μέσου μιας νέας σχέσης της εργασίας με την εκπαίδευση και τη γνώση. Αυτή θα στηρίζεται στην πρόσβαση στη γνώση, την εκπαίδευση όλων των πολιτών, στη συνάντηση-ταύτιση των στιγμών γνώσης και εργασίας, στην εναλλαγή των περιόδων εργασίας και εκπαίδευ­σης, στη συνεχή δια βίου εκπαίδευση.
Η πρώτη μεγάλη αλλαγή για την ολοκλήρωση ενός νέου Δημοκρατικού Περιφερειακού και Εθνικού συστήματος εκπαίδευσης και εργασίας θα αρχίζει με την ελεύθερη είσοδο των νέων αν­θρώπων στα πανεπιστήμια. Οι Δήμοι, οι Περιφέ­ρειες, στα πλαίσια ενός εθνικού σχεδιασμού θα δημιουργούν νέους εκπαιδευτικούς, πανεπιστη­μιακούς και τεχνολογικούς θεσμούς.
Η κινητικότητα, η ελαστικότητα στην εργασία που προκαλείται δια μέσου των αλλαγών στην Τεχνολογία θα κυβερνάται σε μια προοπτική εγ­γυημένης επιμόρφωσης, επανεκπαίδευσης, ολο­κλήρωσης των εργαζομένων, των δημιουργών και όχι περιθωριοποίηση και αποκλεισμό τους. Θα εμβαθύνουν στη γνώση και την εργασία αντί να αδειάζουν, θα έχουμε διαρκή, πλήρη απασχό­ληση, δημιουργία στους τομείς παραγωγής και αναπαραγωγής του ελεύθερου χρόνου και όχι ανεργία, πλήξη και καταναλωτική αλλοτρίωση. Έτσι εξασφαλίζεται μια ατομική, συλλογική δυ­ναμική, Κοινωνικής Δημοκρατίας, Κοινωνικής Δικαιοσύνης και συνοχής του έθνους.
Η ανάπτυξη των ανθρωπιστικών σπουδών, όπου η χώρα μας από ουραγός μπορεί να γίνει πρωταγωνιστής ανακτώντας το νήμα της ιστο­ρίας της, θα προστατεύει την κοινωνία από τις παραμορφωτικές προς τον άνθρωπο, τη γενετική, τη φύση, τα ζώα, επιδράσεις της τεχνολογίας. Η ανθρωπιστική και ηθική διάσταση των θετικών σπουδών, η άλλη αντίληψη για την Επιστήμη και την Τεχνολογία θα κρίνει την ποιότητα της κοι­νωνίας μας στον νέο αιώνα. Σε μια νέα σχέση ανάμεσα στη γνώση, στην εργασία και την παρα­γωγή θα θεμελιωθεί μια δημοκρατική, κοινωνικά ίση δια μέσου του σεβασμού της διαφορετικότη­τας, κοινωνικά δίκαιη, σε αρμονία με τη φύση και την Ιστορία Ελλάδα.
Επί δεκαετίες η ελληνική οικονομία κινού­νταν όχι τόσο ανάμεσα στη Σκύλλα του ιδιωτικού και τη Χάρυβδη του δημοσίου, όσο μέσα στη σιωπή, τις αλληλοενοχές της Σφίγγας του «ιδιωτικο-δημόσιου» κατά τον Έλληνα θεω­ρητικό του Κοινοτισμού, Κωνσταντίνο Καρα­βίδα. Δεν είναι ορατό πού αρχίζουν τα όρια του ενός και πού τελειώνουν τα όρια του άλλου. Δεν είναι ορατοί διαφανείς διαχωρισμοί, κανόνες, ρόλοι, υποχρεώσεις.
Το ιδιωτικό είναι υπερβολικά υπότροφο του κράτους, το κράτος είναι ιδιωτικό, συντεχνιακό, πελατειακό, το συνεταιριστικό κρατικοσυνεταιριστικό. Παρ' όλο που ονομάσθηκαν φιλελεύ­θερα ή σοσιαλιστικά δεν ήταν ούτε το ένα ούτε το άλλο. Αυτή η ενσωμάτωση δεν δημιουργεί δυνα­μικά στοιχεία ανάπτυξης, άμιλλας, ανταγωνι­σμού, συνεργασίας, συμπληρωματικότητας. Δη­μιουργεί μια χρεοβόρα, ελλειμματοφόρα, δανειοβόρα οικονομία σε ύφεση και ένα έθνος σε τροχιά εθνικής υποχώρησης και ενδοτισμού. Τα χρέη συμβάδιζαν πάντοτε με την εθνική υποχώρηση.
Μετά από αυτούς τους τραυματικούς για μια χώρα κύκλους, χρειάζεται ένα νέο Δημόσιο και ένα νέο Ιδιωτικό. Η ιδανικότητά τους τόσο στο ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο δε θα μετριέται στη σφαίρα των ολοκληρωτικών φονταμενταλισμών της αγοράς και του κράτους που καλύπτει σπατά­λες, κλεπτοκαπιταλιστές, κομματικές και κρατι­κές γραφειοκρατίες, τη φοροδιαφυγή, την ακινη­σία, την κακοδιοίκηση, τις πελατειακές σχέσεις, αλλά στο πεδίο του δυναμισμού, της λειτουργικό­τητας, της παραγωγικότητας, της κοινωνικής συμ­βολής και απόδοσης, των επινοήσεων, της φαντα­σίας, της δημιουργίας και της εξυπνάδας.
Το νέο Δημόσιο που θα είναι Δημοτικό, Περιφερειακό και Εθνικό θα έχει κεντρικό δυναμικό κινητήριο ρόλο στους νέους τομείς της τεχνολο­γίας, της έρευνας, των τηλεπικοινωνιών, της εν­έργειας, των σιδηροδρόμων.
Από αυτό το νέο κοινωνικό επιχειρηματικό πεδίο μπορεί να αναπηδήσει μια νέα κοινωνική συμμαχία που θα στηρίζεται στην εργασία και την παραγωγή σε σχέση με το χρηματιστικό κεφά­λαιο, τους φεουδάρχες, τους σεΐχηδες. Η αντί­θεση ανάμεσα στο παραγωγικό-επιχειρηματικό και το χρηματιστικό κεφάλαιο παίρνει διαρκώς οξύτερες μορφές, γιατί ο χρηματιστηριακός παραλογισμός μεταβάλλει τις μονάδες παραγω­γής σε πιόνια μιας οικονομίας καζίνο. Αυτού του τύπου οι μηχανισμοί μετέτρεψαν την Ελλάδα σε χώρα εξαγωγής κεφαλαίων.
Οι διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης από τα πάνω προκαλούν την αποεθνικοποίηση των περι­φερειακών και εθνικών οικονομιών. Ενώ οι μη­τροπολιτικές οικονομίες και οι πολυεθνικές εται­ρείες εξακολουθούν να παραμένουν εθνικές, στις αδύνατες χώρες, όπως η Ελλάδα, έχουμε εμβά­θυνση της αποεθνικοποίησης και του μεταπραττισμού της οικονομίας και των επιχειρήσεων. Η ανατροπή αυτής της τάσης, η προστασία και επέ­κταση της εθνικής οικονομίας και παραγωγής, η ελληνικότητα της είναι προτεραιότητες για μια δημοκρατική και πολιτισμένη χώρα.
Η Διακήρυξη της 13ης Μαρτίου, τη χρο­νική στιγμή που διατυπώνεται, προσ­δοκά μια ανάσταση, μια αναγέννηση, μια διαδρομή που οδηγεί σε μια νέα παλιγγενε­σία. Αυτή θα έχει ως πεδίο κρίσης, κατάληξης, ως χρονική στιγμή του ιστορικού ραντεβού της το τέλος της πρώτης εικοσαετίας του νέου αιώνα και της 3ης χιλιετίας. Το 2020-2021 συμπληρώνο­νται διακόσια χρόνια από την αρχή του αγώνα της παλιγγενεσίας. Οι προσδοκίες των αγωνι­στών αυτής της ιστορικής κίνησης των Ελλήνων δεν αντικατοπτρίζονται στη σημερινή ελληνική παρακμιακή πραγματικότητα. Οι αλλοιώσεις στο εθνικό, κοινωνικό, πολιτισμικό και, περιβαλλο­ντικό σώμα είναι πολύ μεγάλες. Αυτοί δεν αγωνί­σθηκαν γι' αυτό το ιστορικό εθνικό προϊόν, γι' αυτή την Ελλάδα. Οραματίσθηκαν μια διαφορε­τική Ελλάδα.
Οι δικοί μας οραματισμοί, το δικό μας ατομικό και συλλογικό αίσθημα της ζωής δεν ταυτίζεται και δεν συναντιέται με τη σημερινή ελληνική κοι­νωνική και εθνική παρακμιακή πραγματικότητα. Η επόμενη εικοσαετία μπορεί να αποτελέσει συμπυκνωμένο χρόνο ανάκτησης και σύγχρονης εξέλιξης των μορφών της ζωής μας, ώστε να καλύψουμε το χαμένο ιστορικά έδαφος. Περίοδο αναγέννησης, νέας παλιγγενεσίας, ανάκτησης της εθνικής αυτοπροσωπείας και αρχής μιας νέας ελληνικής συμβολής στον πολιτισμό της ανθρω­πότητας. Συμβολή που διακόπηκε στον κύκλο αυτής της χιλιετίας. Μια δημιουργική επιστροφή μας στην Ιστορία και τη σύγχρονη Οικουμένη.
Το έμβλημα του Κινήματος της Δημοκρατικής Περιφερειακής Ένωσης, που προσδοκά να ενώσει τους Έλληνες, τις Περιφέ­ρειες, το Κοινό των Ελλήνων σε ένα νέο πεδίο δη­μιουργίας και Δημοκρατίας, είναι ο Πλάτανος. Ο συμβολισμός της φύσης, της σκέψης, των κοινοτι­κών μορφών οργάνωσης της ζωής, της ζωτικής, υπαρξιακής ανάγκης του ελληνισμού μετά από δεκαετίες ξεριζωμών και αποδιαρθρώσεων να ριζώσει. Ο συμβολισμός μιας νέας οικιστικής συμ­μετρίας και αρμονίας ανάμεσα στην ενδοχώρα, στην ηπειρωτική και την θαλάσσια Ελλάδα.
http://polis-agora.blogspot.gr/
Κείμενο ΜΙΧΑΛΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: