Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2020

Τα φαινόμενα ενδοσχολικής βίας και η γενικότερη κοινωνική κατάσταση: Ο λόγος στον Κορνήλιο Καστοριάδη...

Μεγάλη συζήτηση γίνεται τις τελευταίες μέρες για ορσμένα φαινόμενα νεανικής βίας και των "μέτρων" που μελετά το Υπουργείο Παιδείας για την αντιμετώπισή τους. Δεν θα ασχοληθώ καθόλου με τις ενδεχόμενες πολιτικές σκοπιμότητες μια τέτοιας συζήτησης γιατί θεωρώ ότι εύκολα μπορεί να τις κατανοήσει ο σύγχρονος Έλληνας έχοντας ζήσει στο πετσί του την εμπειρία από άλλες πρόσφατες περιπτώσεις πολιτικής και κοινωνικής μηχανικής (social engineering / political engineering) στη χώρα μας. Αυτές οι μεθοδολογίες, βεβαίως, τροφοδοτούνται και καθίστανται ιδιαίτερα ελκυστικές σε κάθε εξουσία και από τις δυνατότητες που παρέχουν τα νέα μέσα (ψηφιακές τεχνολογίες, μέσα κοινωνικής δικτύωσης κ.λ.π.).

Θα εστιάσω στις κοινωνικές προϋποθέσεις των φαινομένων νεανικής βίας και κατά πόσο θα μπορούσε το σχολείο να λειτουργήσει ως κυματοθραύστης των ευρύτερων φαινομένων ανομίας και πλήρους αποενοχοποίησης της βίας που βλέπουμε να εκτυλίσονται τις τελευταίες δεκαετίες στις διεθνείς σχέσεις αλλά και στην ίδια τη λειτουργία των σύγχρονων κοινωνιών. Και κάτι χειρότερο: Στην προβολή της ανομίας και της βίας ως θεμιτού, αν όχι και επιθυμητού τρόπου της επίλυσης των αντιφάσεων/συγκρούσεων που συνεπάγεται η κοινωνική συμβίωση μέσα από το σύγχρονο πολιτισμό (οπτικοακουστικές παραγωγές, ηλεκτρονικά παιχνίδια, τηλεόραση).

Σε μια συνέντευξη που είχε δώσει ο Κορνήλιος Καστοριάδης (https://youtu.be/I1ouePjBA1w) είχε περιγράψει τη σχέση εκπαίδευσης και γενικότερης κοινωνικής κατάστασης ως εξής:
"Θα έλεγα πρώτα πρώτα ότι δεν μπορούμε να χωρίσουμε την εκπαίδευση από τη συνολική κοινωνική κατάσταση.  Ο μακαρίτης και καημένος ο Πλάτων έλεγε ήδη ότι ακόμη και οι τοίχοι της πόλης εκπαιδεύουν τους ανθρώπους. Και νομίζω ότι αυτό είναι μια τρομερά σημαντική και βαριά αλήθεια.  Η εκπαίδευση ενός ανθρώπου, η παιδεία ενός ανθρώπου, αρχίζει από την ηλικία μηδέν και φτάνει ως την ηλικία ωμέγα, δηλαδή ως τη στιγμή που θα πεθάνει. Συνεχώς διαμορφώνεται αυτός ο άνθρωπος.  Διαμορφώνεται από τι; Διαμορφώνεται από όλα όσα προσλαμβάνει, από όλα όσα είναι γύρω του. 
Λοιπόν, τι διαμόρφωση υφίστατο ένας αρχαίος Αθηναίος περπατώντας, βλέποντας την Ακρόπολη, την Αγορά, τη Στοά κ.λ.π. κ.λ.π. και τι διαμόρφωση υφίσταται ένας σημερινός Αθηναίος ζώντας μέσα σε αυτό το φρικτό τερατούργημα που λέγεται σήμερα Αθήνα και που έγινε τερατούργημα μέσα σε 40 χρόνια δυνάμει όλων των μεγαλοφυών πολιτικών μας, δεν είναι έτσι; Ή, τι διαμόρφωση υφίστατο ένας αρχαίος Αθηναίος βλέποντας ταγωδίες στο Θέατρο του Διονύσου και τι διαμόρφωση υφίσταται σήμερα ένας άνθρωπος βλέποντας τις διαφημίσεις της τηλεόρασης;
Για να υπάρξει πραγματική εκπαίδευση με την αυστηρή έννοια του όρου υπάρχει μια βασική προϋπόθεση: είναι ότι αυτή η εκπαιδευτική διαδικασία γίνεται αντικείμενο επένδυσης και πάθους και από τους εκπαιδευτές και από τους εκπαιδευόμενους. Και για να τα πω καθαρά αν δεν υπάρχει έρωτας μες την εκπαίδευση δεν υπάρχει εκπαίδευση. Εάν κάποιος μαθαίνει κάτι μέσα στο σχολείο είναι διότι διαδοχικά τουλάχιστον ένα καθηγητή σε κάποια τάξη, και στο πανεπιστήμιο ακόμα, τον ερωτεύεται και τον ερωτεύεται διότι βλέπει ότι ο ίδιος ο καθηγητής είναι ερωτευμένος με αυτό που διδάσκει.
Λοιπόν, για να τα πω επίσης καθαρά και για να γίνω πλήρως απεχθής σε αυτούς που με ακούνε, σήμερα οι εκπαιδευτικοί ασχολούνται με τις επαγγελματικές τους διεκδικήσεις, οι οικογένειες ασχολούνται με το να πάρει το παιδί ένα χαρτί, και τα παιδιά ασχολούνται με ο,τιδήποτε άλλο εκτός από την επένδυση των πραγμάτων που μαθαίνουνε. Λοιπόν, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει εκπαίδευση.
Στη Γαλλία αλλάζουν τα εκπαιδευτικά προγράμματα κάθε ένα χρόνο, και το σύστημα κ.λ.π. κ.λ.π. Κάθε Υπουργός της Παιδείας αλλάζει και κάθε χρόνο πάει και χειρότερα το πράμα. Γιατί; Διότι δεν μπορούν να αλλάξουν ούτε καν είναι ικανοί να σκεφτούν πού είναι το πραγματικό πρόβλημα. Το πραγματικό πρόβλημα είναι αυτός ό έρωτας των παιδιών γι αυτόν που τους διδάσκει και γι' αυτά τα οποία διδάσκει. Του διδάσκοντος για τα παιδιά και γι' αυτά τα οποία διδάσκει ο ίδιος και της οικογένειας η οποία επενδύει για όλα αυτά τα πράγματα. 
Για να υπάρξουν όλα αυτά πρέπει να υπάρξει μια άλλη στάση απέναντι στη ζωή και στη γνώση και όχι απλώς η στάση ότι πηγαίνουμε στο σχολείο για να πάρουμε το καλύτερο δυνατό χαρτί που θα κάνει μετά να έχουμε το καλύτερο δυνατό επάγγελμα ή να βγάλουμε τα περισσότερα δυνατά λεφτά. Όσο υπάρχει αυτή η νοοτροπία θα υπάρχει μια συνεχής χειροτέρευση, όπως τη βλέπουμε και σε χώρες όχι σαν την Ελλάδα αλλά και σε μια χώρα όπως η Γαλλία που έχει τεράστια ισχυρές δομές παραδοσιακές από δέκα αιώνες και ιδίως στο θέμα της εκπαίδευσης όπου βλέπει κανείς τη συνεχή φθορά των λυκείων, δηλαδή των γυμνασίων εκεί πέρα, και των εκπαιδευτικών και των μαθημάτων που διδάσκονται και των παιδιών και των οικογενειών. Και αυτό είναι όλο το κοινωνικοϊστορικό ρεύμα."
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω διαπιστώσεων, οφείλουμε να είμαστε απολύτως απαισιόδοξοι σε επίπεδο γενικής πολιτικής ή, αν το προτιμάτε, γενικής κοινωνικής κατάστασης, όπως αναφέρει ο Κορνήλιος Καστοριάδης χαρακτηρίζοντας το φαύλο κύκλο της εκπαιδευτικής κατάρρευσης ως "κοινωνικοϊστορικό ρεύμα". Ωστόσο, ακριβώς μέσα από την ίδια λογική και την επισήμανση της σημασίας, έστω και με τη μορφή εξαιρέσεων, της ύπαρξης εκπαιδευτικών που είναι πραγματικά ερωτευμένοι με τα παιδιά και την παιδεία, για να μεταλαμπαδεύσουν στους νέους τον έρωτα για γνώση, δικαιούμαστε να αισιοδόξουμε: Όσο υπάρχουν τέτοιες εξαιρέσεις πάντα θα υπάρχει το ενδεχομένο κάποια παιδιά να βγουν από το φαύλο κύκλο. Και ίσως να μην είναι τόσο λίγα όσο νομίζει κανείς...

Προσωπικά γνωρίζω πολλά τέτοια παιδιά που τα συναντώ στο Πανεπιστήμιο όπου εργάζομαι. Και είναι πραγματικά ελπιδοφόρο να τα βλέπει κανείς να ανθούν σαν λουλούδια μέσα στην εκπαιδευτική έρημο που έχει, δυστυχώς, κυριεύσει τις σύγχρονες κοινωνικές και τη δική μας. Είναι δείγμα ότι αυτοί οι εκπαιδευτικοί στους οποίους αναφέρεται ο Καστοριάδης, υπάρχουν ακόμη και συντηρούν λίγες μεν, πολύτιμες δε, οάσεις μέσα στην έρημο!

Από την άλλη, κι εμείς ως εκπαιδευτικοί, οφείλουμε, αν πραγματικά βλέπουμε το ρόλο μας ως λειτουργών και όχι ως "επαγγελματιών" να ακολουθήσουμε το δρόμο που περιγράφει ο Καστοριάδης: να αγαπήσουμε πραγματικά το αντικείμενο που διδάσκουμε, όποιο κι αν είναι αυτό, και να μεταδώσουμε αυτή την αγάπη στους μαθητές μας. Κι αν είμαστε, ίσως, γονείς, να εντοπίσουμε τέτοιους εκπαιδευτικούς και να ενισχύσουμε το έργο τους όπως μπορούμε.

Μια τέτοια προσέγγιση, από τα κάτω προς τα πάνω, είναι νομίζω η λύση όχι μόνο στα φαινόμενα της νεανικής βίας αλλά και στις άλλες παθογένειες του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Όσον αφορά τους πολιτικούς μας, δεν ξέρω αν υπάρχει κάποια σύσταση που θα μπορούσα να τους δώσω. Ίσως να ερωτευτούν το λαό που εκπροσωπούν και να μην τον βλέπουν μόνο ως όχλο ψηφοφόρων τον οποίο πρέπει να ποδηγετήσουν για την επανεκλογή τους;

Θα κλείσω με μια στατιστική επισήμανση προσπαθώντας να προλάβω εύλογες αντιρρήσεις στην προσέγγιση που προτείνω: Θεωρώντας ότι μόνο το 2-3% των εκπαιδευτικών έχουν την ποιότητα που ζητά ο Καστοριάδης και υποθέτωντας ότι ένα μέσος μαθητής θα συναντηθεί με 60 εκπαιδευτικούς από το νηπιαγωγείο μέχρι τη Γ΄ Λυκείου κατά μέσο όρο (συνυπολογίζω και τους εκτός σχολείου εκπαιδευτικούς σε φροντιστήρια κ.λ.π.), η πιθανότητας να έχει τουλάχιστον μία φορά την εμπειρία μια εκπαιδευτικής όασης είναι 70-84%! Αν καταφέρουμε, μέσα από την προσωπική μας αυτοβελτίωση εμείς οι εκπαιδευτικοί να ανεβάσουμε αυτό το ποσοστό στο 5% τότε η πιθανότητα αυξάνεται σε 95.5%! Κι αν το πάμε, μέσα από κατάλληλη ενθάρρυνση και των συναδέλφων μας, στο 10%, τότε η πιθανότητα γίνεται σχεδόν βεβαιότητα: 99.83% Ας αναλογιστούμε, λοιπόν, τις ευθύνες μας αλλά και τις δυνατότητές μας και ας πράξουμε ανάλογα!